Hélice en grec
Traduction: hélice, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
στυλοβάτης, βίδα, έλικας, βιδώνω, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας
Autres langues
Mots associés / Définition (def): hélice
double hélice, helice, hélice alpha, hélice antonymes, hélice avion, hélice dictionnaire de langue grec, hélice en grec
Traductions
- héler en grec - κλήση, τηλεφωνώ, καταιγισμός, αναφωνώ, χαλάζι, φωνάξει, χαιρετίζουν, ...
- hélianthe en grec - ήλιος, ηλιοτρόπιο, Ηλίανθος, Sunflower, Ηλιέλαιο, ηλίανθου
- hélicoptère en grec - ελικόπτερο, πέλεκας, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου
- héliocentrique en grec - ηλιοκεντρικός, ηλιοκεντρικές, ηλιοκεντρικό, ηλιοκεντρική, ηλιοκεντρικού
Mots aléatoires
Hélice en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: στυλοβάτης, βίδα, έλικας, βιδώνω, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας
Traductions: στυλοβάτης, βίδα, έλικας, βιδώνω, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας