Hache en grec
Traduction: hache, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πελέκι, τσεκούρι, ελικόπτερο, πέλεκας, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Autres langues
Mots associés / Définition (def): hache
a la hache, bucheron, christopher hache, hache antonymes, hache bucheron, hache dictionnaire de langue grec, hache en grec
Traductions
- habités en grec - κατοικείται, κατοικήθηκε, κατοικούνται, κατοικούνταν, κατοικηθεί
- hachage en grec - επώαση, χασίσι, hash, κατακερματισμού, κλειδί κατακερματισμού, δίεσης
- hacher en grec - διάλλειμα, καταστρέφω, καλέμι, κόψιμο, διακόπτω, αναστέλλω, κρεμώ, ...
- hachette en grec - πέλεκας, μπαλτάς, πέλεκυς, τάπητας, τσεκούρι, το τσεκούρι
Mots aléatoires
Hache en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πελέκι, τσεκούρι, ελικόπτερο, πέλεκας, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Traductions: πελέκι, τσεκούρι, ελικόπτερο, πέλεκας, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι