Illustré en grec
Traduction: illustré, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ξακουστός, απίθανος, γνωστός, διάσημος, αξιοσημείωτος, μεγάλος, ένδοξος, επιφανής, επιφανή, επιφανείς, ένδοξη, επιφανών
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): illustré
définition illustre, illustre antonymes, illustre boutique, illustre en anglais, illustre facteur piano, illustré dictionnaire de langue grec, illustré en grec
Traductions
- illustrateur en grec - εικονογράφος, Illustrator, εικονογράφο, το Illustrator, του Illustrator
- illustration en grec - είδωλο, εικονογράφηση, εικόνα, απεικονίσεων, απεικόνιση, απεικόνισης
- illustrent en grec - επεξηγώ, διευκρινίζω, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, ...
- illustrer en grec - εικονογραφώ, επεξηγώ, λογαριασμός, σημασία, διευκρινίζω, ερμηνεύω, αναφορά, ...
Mots aléatoires
Illustré en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ξακουστός, απίθανος, γνωστός, διάσημος, αξιοσημείωτος, μεγάλος, ένδοξος, επιφανής, επιφανή, επιφανείς, ένδοξη, επιφανών
Traductions: ξακουστός, απίθανος, γνωστός, διάσημος, αξιοσημείωτος, μεγάλος, ένδοξος, επιφανής, επιφανή, επιφανείς, ένδοξη, επιφανών