Illustrent en grec
Traduction: illustrent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
επεξηγώ, διευκρινίζω, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν
Autres langues
Mots associés / Définition (def): illustrent
elles illustrent, illustrent antonymes, illustrent definition, illustrent grammaire, illustrent mots croisés, illustrent dictionnaire de langue grec, illustrent en grec
Traductions
- illustration en grec - είδωλο, εικονογράφηση, εικόνα, απεικονίσεων, απεικόνιση, απεικόνισης
- illustre en grec - ξακουστός, απίθανος, γνωστός, διάσημος, αξιοσημείωτος, μεγάλος, ένδοξος, ...
- illustrer en grec - εικονογραφώ, επεξηγώ, λογαριασμός, σημασία, διευκρινίζω, ερμηνεύω, αναφορά, ...
- illustrez en grec - εικονογραφώ, επεξηγώ, διευκρινίζω, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, ...
Mots aléatoires
Illustrent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: επεξηγώ, διευκρινίζω, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν
Traductions: επεξηγώ, διευκρινίζω, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν