Intervertir en grec
Traduction: intervertir, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανατροπή, μπατάρω, διακόπτης, αναστατώνω, αναποδογυρίζω, αντιστρέφω, αλλαγή, αλλάζω, ταραγμένος, ιμβερτοποιημένο, το ιμβερτοποιημένο, και το ιμβερτοποιημένο, ιμβερτοποιημένου, του ιμβερτοποιημένου
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): intervertir
intervertir antonymes, intervertir clavier azerty, intervertir colonnes excel, intervertir couleur photoshop, intervertir en anglais, intervertir dictionnaire de langue grec, intervertir en grec
Traductions
- intervenue en grec - παρενέβη, επενέβη, παρενέβησαν, παρέμβαση, παρέμβει
- intervenues en grec - συνέβη, σημειώθηκαν, εμφανίστηκαν, συνέβησαν, σημειώθηκε
- interviennent en grec - που εμπλέκονται, εμπλέκονται, που συμμετέχουν, συμμετέχουν, συμμετέχει
- interviens en grec - μιλώ, μιλούν, μιλήσει, μιλήσω, μιλήσουν
Mots aléatoires
Intervertir en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανατροπή, μπατάρω, διακόπτης, αναστατώνω, αναποδογυρίζω, αντιστρέφω, αλλαγή, αλλάζω, ταραγμένος, ιμβερτοποιημένο, το ιμβερτοποιημένο, και το ιμβερτοποιημένο, ιμβερτοποιημένου, του ιμβερτοποιημένου
Traductions: ανατροπή, μπατάρω, διακόπτης, αναστατώνω, αναποδογυρίζω, αντιστρέφω, αλλαγή, αλλάζω, ταραγμένος, ιμβερτοποιημένο, το ιμβερτοποιημένο, και το ιμβερτοποιημένο, ιμβερτοποιημένου, του ιμβερτοποιημένου