Irrésolution en grec
Traduction: irrésolution, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
δισταγμός, διστακτικότητα, αναποφάσιστο, αναποφασιστικότητα, δυστοκία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): irrésolution
define résolution, irrésolution antonymes, irrésolution descartes, irrésolution définition, irrésolution grammaire, irrésolution dictionnaire de langue grec, irrésolution en grec
Traductions
- irrésistible en grec - ακαταμάχητος, ακαταμάχητη, ακαταμάχητο, ακατανίκητη, ακαταμάχητα
- irrésolu en grec - επισφαλής, ασταθής, διστακτικός, ανερμάτιστος, αναποφάσιστος, άβουλος, αναποφάσιστοι, ...
- irréversible en grec - αμετάκλητος, αμετάτρεπτος, μη αναστρέψιμη, αμετάκλητη, μη αναστρέψιμες, αμετάκλητες, μη αναστρέψιμο
- irrévocabilité en grec - αμετάκλητου, ανέκκλητου, το ανέκκλητο, του αμετάκλητου, το ανέκκλητο των
Mots aléatoires
Irrésolution en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: δισταγμός, διστακτικότητα, αναποφάσιστο, αναποφασιστικότητα, δυστοκία
Traductions: δισταγμός, διστακτικότητα, αναποφάσιστο, αναποφασιστικότητα, δυστοκία