Légat en grec
Traduction: légat, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
έξαρχος, λεγάτος, απεσταλμένο, απεσταλμένος, legate
Autres langues
Mots associés / Définition (def): légat
légat a latere, légat antonymes, légat d'auguste propréteur, légat de la marine, légat du pape, légat dictionnaire de langue grec, légat en grec
Traductions
- légalisées en grec - νομιμοποίησε, νομιμοποιηθεί, νομιμοποιήθηκε, νομιμοποιηθούν, επικυρωμένα
- légalité en grec - κύρος, νομιμότητα, ισχύς, νομιμότητας, τη νομιμότητα, της νομιμότητας, νομιμότητά
- légataire en grec - κληροδόχος, κληροδόχου, κληροδόχο, κληρονόμος
- légation en grec - πρεσβεία, πρεσβείας, διπλωματικά θέματα
Mots aléatoires
Légat en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: έξαρχος, λεγάτος, απεσταλμένο, απεσταλμένος, legate
Traductions: έξαρχος, λεγάτος, απεσταλμένο, απεσταλμένος, legate