Lest en grec
Traduction: lest, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
έρμα, σαβούρα, σαβουρώνω, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο, ballast
Autres langues
Mots associés / Définition (def): lest
du lest, gare de lest, l'est eclair, l'est republicain, lacher du lest, lest dictionnaire de langue grec, lest en grec
Traductions
- lessiver en grec - πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
- lessiveuse en grec - καζάνι, καυστήρας, πλυντήριο, πλυντήριο ρούχων, πλυντηρίου, πλυντηρίου ρούχων, ρούχων
- lestage en grec - βαρίδια, ερματισμού, ερματισμό, τον ερματισμό, ερ ατισ
- leste en grec - σβέλτος, κοφτερός, γοργός, εύστροφος, αιφνίδιος, επιτήδειος, γρήγορος, ...
Mots aléatoires
Lest en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: έρμα, σαβούρα, σαβουρώνω, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο, ballast
Traductions: έρμα, σαβούρα, σαβουρώνω, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο, ballast