Libéraliser en grec
Traduction: libéraliser, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ελευθερώσει, ελευθερώσουν, την απελευθέρωση, ελευθέρωση των, απελευθέρωση των
Autres langues
Mots associés / Définition (def): libéraliser
libéraliser antonymes, libéraliser définition, libéraliser grammaire, libéraliser l agriculture mondiale, libéraliser l'agriculture mondiale théories modèles et réalités, libéraliser dictionnaire de langue grec, libéraliser en grec
Traductions
- libéral en grec - προοδευτικός, ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρος, φιλελεύθερος, καθολικός, ανεκτικός, φιλελεύθερη, ...
- libéralisation en grec - ξεκούραση, εκτόνωση, ελευθέρωση, ελευθέρωσης, την ελευθέρωση, την απελευθέρωση, φιλελευθεροποίηση
- libéralisme en grec - φιλελευθερισμός, φιλελευθερισμού, φιλελευθερισμό, ο φιλελευθερισμός, τον φιλελευθερισμό
- libéralité en grec - γενναιοδωρία, πριμοδότηση, μεγαλοψυχία, επίδομα, δωρεά, ελευθεριότητα, ελευθεροφροσύνη, ...
Mots aléatoires
Libéraliser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ελευθερώσει, ελευθερώσουν, την απελευθέρωση, ελευθέρωση των, απελευθέρωση των
Traductions: ελευθερώσει, ελευθερώσουν, την απελευθέρωση, ελευθέρωση των, απελευθέρωση των