Litigieux en grec
Traduction: litigieux, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συζητήσιμος, επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αμφισβητούμενος, αμφισβητήσιμος, φιλόδικος, φιλόδικη, επίδικες, επίδικων, πάσης φύσεως
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): litigieux
litigieux anglais, litigieux antonymes, litigieux définition, litigieux grammaire, litigieux larousse, litigieux dictionnaire de langue grec, litigieux en grec
Traductions
- litige en grec - διένεξη, διαμάχη, διαπληκτίζομαι, επιχείρημα, τιμάριο, λογομαχία, διαφορά, ...
- litigieuse en grec - αμφισβητήσιμος, έκδοση, ζήτημα, τεύχος, θέμα, έκδοσης
- litière en grec - σκουπίδια, απορρίμματα, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής
- litre en grec - λίτρο, λίτρων, λίτρου, λίτρα
Mots aléatoires
Litigieux en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συζητήσιμος, επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αμφισβητούμενος, αμφισβητήσιμος, φιλόδικος, φιλόδικη, επίδικες, επίδικων, πάσης φύσεως
Traductions: συζητήσιμος, επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αμφισβητούμενος, αμφισβητήσιμος, φιλόδικος, φιλόδικη, επίδικες, επίδικων, πάσης φύσεως