Médit en grec

Traduction: médit, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συκοφαντήθηκαν, συκοφάντησαν, συκοφαντείται, συκοφαντούνται, συκοφαντημένο
Médit en grec
Autres langues

Mots associés / Définition (def): médit

air médit, medi 1 tv, medi1, meditel, médit action, médit dictionnaire de langue grec, médit en grec

Traductions

  • médisent en grec - δυσφημώ, συκοφαντία, συκοφαντίες, τη συκοφαντία, συκοφαντίας, συκοφαντούν
  • médisons en grec - δυσφημώ, κακολογώ
  • médita en grec - διαλογιζόταν, διαλογίστηκε, διαλογίζονταν, meditated, αντικείμενο στοχασμού
  • méditai en grec - διαλογιζόταν, διαλογίστηκε, διαλογίζονταν, meditated, αντικείμενο στοχασμού
Mots aléatoires
Médit en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συκοφαντήθηκαν, συκοφάντησαν, συκοφαντείται, συκοφαντούνται, συκοφαντημένο