Méfiées en grec
Traduction: méfiées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ήταν καχύποπτος, υποψιαζόμουν, ήταν καχύποπτος απέναντι
Autres langues
Mots associés / Définition (def): méfiées
méfiées antonymes, méfiées grammaire, méfiées mots croisés, méfiées signification, méfiées synonyme, méfiées dictionnaire de langue grec, méfiées en grec
Traductions
- méfié en grec - καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
- méfiée en grec - δυσπιστία, χαίρουν εμπιστοσύνης, δεν εμπιστευόταν, δυσπιστούνται, με δυσπιστία
- méfiés en grec - καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
- mégalithique en grec - μεγαλιθικά, μεγαλιθικών, μεγαλιθικό, μεγαλιθικές, μεγαλιθική
Mots aléatoires
Méfiées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ήταν καχύποπτος, υποψιαζόμουν, ήταν καχύποπτος απέναντι
Traductions: ήταν καχύποπτος, υποψιαζόμουν, ήταν καχύποπτος απέναντι