Métamorphoser en grec
Traduction: métamorphoser, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μεταβάλλω, παραλλάζω, μετουσιώνω, μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, τροποποιώ, μετατρέπω, παραποιώ, μεταμορφώνω, μεταμορφώνονται, μεταμορφωθεί, μεταμορφωθούν, μεταμορφώσει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): métamorphoser
métamorphoser antonymes, métamorphoser au futur, métamorphoser conjugaison, métamorphoser def, métamorphoser en anglais, métamorphoser dictionnaire de langue grec, métamorphoser en grec
Traductions
- métallurgiste en grec - μεταλλουργός, μεταλλειολόγος, μεταλλουργού, μεταλλειολόγου, αρχιμεταλλουργός
- métamorphose en grec - μεταμόρφωση, παραλλάζω, τροποποίηση, μεταβολή, αλλάζω, παραλλαγή, μετατροπή, ...
- métaphore en grec - αλληγορία, μεταφορά, η μεταφορά, παρομοίωση, μεταφορικά
- métaphorique en grec - παραστατικός, μεταφορικός, αλληγορικός, μεταφορική, μεταφορικό, μεταφορικές, μεταφορικά
Mots aléatoires
Métamorphoser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μεταβάλλω, παραλλάζω, μετουσιώνω, μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, τροποποιώ, μετατρέπω, παραποιώ, μεταμορφώνω, μεταμορφώνονται, μεταμορφωθεί, μεταμορφωθούν, μεταμορφώσει
Traductions: μεταβάλλω, παραλλάζω, μετουσιώνω, μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, τροποποιώ, μετατρέπω, παραποιώ, μεταμορφώνω, μεταμορφώνονται, μεταμορφωθεί, μεταμορφωθούν, μεταμορφώσει