Méthode en grec
Traduction: méthode, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κατεργάζομαι, σύστημα, επεξεργάζομαι, τρόπος, μέθοδος, τεχνική, πρόγραμμα, διαδικασία, μέθοδο, μεθόδου, μέθοδο που, τη μέθοδο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): méthode
la méthode, la méthode lafay, methode lafay, méthode aba, méthode abc, méthode dictionnaire de langue grec, méthode en grec
Traductions
- méthanal en grec - μεθανάλη, μεθανάλης, μεθαναλ
- méthanol en grec - μεθανόλη, μεθανόλης, η μεθανόλη
- méthodique en grec - μεθοδικός, μεθοδική, μεθοδικό, μεθοδικής, μεθοδικά
- méthodiquement en grec - μεθοδικά, μεθοδικότητα, μεθοδικό, μεθοδικό τρόπο, μεθοδική
Mots aléatoires
Méthode en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κατεργάζομαι, σύστημα, επεξεργάζομαι, τρόπος, μέθοδος, τεχνική, πρόγραμμα, διαδικασία, μέθοδο, μεθόδου, μέθοδο που, τη μέθοδο
Traductions: κατεργάζομαι, σύστημα, επεξεργάζομαι, τρόπος, μέθοδος, τεχνική, πρόγραμμα, διαδικασία, μέθοδο, μεθόδου, μέθοδο που, τη μέθοδο