Manqué en grec
Traduction: manqué, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
λιμός, κακία, ανεπάρκεια, αποστατώ, μειονέκτημα, ανάγκη, φτιάξιμο, θέλω, σπανιότητα, έλλειψη, λάθος, ελάττωμα, απουσία, ανηθικότητα, υστέρημα, έλλειψης, η έλλειψη, την έλλειψη
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): manqué
citation de manque, en manque, il me manque, le manque, le manque citation, manqué dictionnaire de langue grec, manqué en grec
Traductions
- manquant en grec - απών, λείπει, λείπουν, που λείπουν, που λείπει, ελλείποντα
- manquement en grec - αθετώ, παράβαση, αδίκημα, απουσία, προσβολή, αθέτηση, πέφτω, ...
- manquent en grec - αστοχώ, χάνω, δεσποινίς, λείπει, λείπουν, που λείπουν, που λείπει, ...
Mots aléatoires
Manqué en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: λιμός, κακία, ανεπάρκεια, αποστατώ, μειονέκτημα, ανάγκη, φτιάξιμο, θέλω, σπανιότητα, έλλειψη, λάθος, ελάττωμα, απουσία, ανηθικότητα, υστέρημα, έλλειψης, η έλλειψη, την έλλειψη
Traductions: λιμός, κακία, ανεπάρκεια, αποστατώ, μειονέκτημα, ανάγκη, φτιάξιμο, θέλω, σπανιότητα, έλλειψη, λάθος, ελάττωμα, απουσία, ανηθικότητα, υστέρημα, έλλειψης, η έλλειψη, την έλλειψη