Mignon en grec
Traduction: mignon, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πανουργία, πονηρός, τετραπέρατος, μέλι, ωραίος, προσηνής, αξιαγάπητος, καραμέλα, ακριβός, φιλόφρων, καπάτσος, γλυκός, αγαπητός, φιλικός, πανέξυπνος, χαριτωμένος, χαριτωμένο, χαριτωμένα, χαριτωμένη, το χαριτωμένο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): mignon
animaux mignon, chat mignon, chat trop mignon, chien mignon, filet mignon, mignon dictionnaire de langue grec, mignon en grec
Traductions
- mieux en grec - καλύτερα, καλύτερη, καλύτερο, καλύτερες, την καλύτερη
- mignarder en grec - θωπεύω
- mignonne en grec - πανέξυπνος, τετραπέρατος, χαριτωμένος, χαριτωμένο, χαριτωμένα, χαριτωμένη, το χαριτωμένο
Mots aléatoires
Mignon en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πανουργία, πονηρός, τετραπέρατος, μέλι, ωραίος, προσηνής, αξιαγάπητος, καραμέλα, ακριβός, φιλόφρων, καπάτσος, γλυκός, αγαπητός, φιλικός, πανέξυπνος, χαριτωμένος, χαριτωμένο, χαριτωμένα, χαριτωμένη, το χαριτωμένο
Traductions: πανουργία, πονηρός, τετραπέρατος, μέλι, ωραίος, προσηνής, αξιαγάπητος, καραμέλα, ακριβός, φιλόφρων, καπάτσος, γλυκός, αγαπητός, φιλικός, πανέξυπνος, χαριτωμένος, χαριτωμένο, χαριτωμένα, χαριτωμένη, το χαριτωμένο