Mouchoir en grec
Traduction: mouchoir, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μαντήλι, κασκόλ, πετσέτα, πετσετάκι, χαρτοπετσέτα, μαντίλι, μαντιλιού, το μαντίλι, το μαντήλι
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): mouchoir
boite a mouchoir, boite de mouchoir, boite mouchoir, ceremonie du mouchoir, ceremonie mouchoir, mouchoir dictionnaire de langue grec, mouchoir en grec
Traductions
- moucheture en grec - σπυρί, μπάλωμα, εντοπίζω, βούλα, μέρος, στίγμα, Fleck, ...
- moucheté en grec - διάστικτος, γεμάτος στίγματα, στίγματα, με στίγματα, διαστισμένο
- mouchure en grec - γλίτσα, ροχάλα
- moud en grec - αλέθει, αλέσματα, κει τον χρησιμοποιημένο καφέ, κύκλοι λειάνσεως, αγγίζαμε
Mots aléatoires
Mouchoir en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μαντήλι, κασκόλ, πετσέτα, πετσετάκι, χαρτοπετσέτα, μαντίλι, μαντιλιού, το μαντίλι, το μαντήλι
Traductions: μαντήλι, κασκόλ, πετσέτα, πετσετάκι, χαρτοπετσέτα, μαντίλι, μαντιλιού, το μαντίλι, το μαντήλι