Multitude en grec
Traduction: multitude, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κοπάδι, άφθονος, αγορά, στοιβάδα, πολλοί, πολλά, φιλοξενώ, πλήθος, μαζικός, συρρέω, μάζα, αγέλη, μοιράζω, οικοδεσπότης, πληθώρα, πλήθους, πλειάδα, πληθώρας
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): multitude
la multitude, multitude 2014, multitude accord, multitude antonymes, multitude en anglais, multitude dictionnaire de langue grec, multitude en grec
Traductions
- multipliés en grec - πολλαπλασιάζεται, πολλαπλασιαζόμενο, πολλαπλασιάζονται, πολλαπλασιαζόμενη, πολλαπλασιασμένη
- multiracial en grec - πολυφυλετικές, πολυφυλετική, πολυφυλετικής, πολυφυλετικό, πολυφυλετικά
- mulâtre en grec - μιγάς, μιγάδων, μιγάδας, μιγάδος
- municipal en grec - πόλη, κοινός, δημοτικός, αστικός, συνηθισμένος, του δήμου, δήμος, ...
Mots aléatoires
Multitude en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κοπάδι, άφθονος, αγορά, στοιβάδα, πολλοί, πολλά, φιλοξενώ, πλήθος, μαζικός, συρρέω, μάζα, αγέλη, μοιράζω, οικοδεσπότης, πληθώρα, πλήθους, πλειάδα, πληθώρας
Traductions: κοπάδι, άφθονος, αγορά, στοιβάδα, πολλοί, πολλά, φιλοξενώ, πλήθος, μαζικός, συρρέω, μάζα, αγέλη, μοιράζω, οικοδεσπότης, πληθώρα, πλήθους, πλειάδα, πληθώρας