Net en grec

Traduction: net, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
άγραφος, έντονος, λαμπερός, πεδιάδα, διατυπώνω, διαυγής, αιφνίδιος, έκδηλος, γαλήνιος, ψιλή, γενναίος, ψαλιδίζω, ρητός, κομψός, παχουλός, καταφανής, δίχτυ, καθαρά, καθαρός, καθαρή, καθαρού
Net en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): net

battle net, brut en net, la poste, la poste net, laposte net, net dictionnaire de langue grec, net en grec

Traductions

  • nervosité en grec - νευρικότητα, νευρικότητας, τη νευρικότητα, η νευρικότητα, της νευρικότητας
  • nervure en grec - φλέβα, νεύρωση, πλευρού, rib, πλευρών, πλευρό
  • nettement en grec - καθαρά, ξεκάθαρα, οριστικά, σαφώς, σαφήνεια, με σαφήνεια
  • netteté en grec - οξυδέρκεια, φωτεινότητα, σαφήνεια, καθαρός, ευκρίνεια, καθαρίζω, στυφότητα, ...
Mots aléatoires
Net en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: άγραφος, έντονος, λαμπερός, πεδιάδα, διατυπώνω, διαυγής, αιφνίδιος, έκδηλος, γαλήνιος, ψιλή, γενναίος, ψαλιδίζω, ρητός, κομψός, παχουλός, καταφανής, δίχτυ, καθαρά, καθαρός, καθαρή, καθαρού