Objurgation en grec
Traduction: objurgation, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κατακρίνω, μέμψη, ψέγω, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επίπληξη, επιπλήττω, επιτίμηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): objurgation
abrogation def, objurgation antonym, objurgation antonymes, objurgation crossword, objurgation definition, objurgation dictionnaire de langue grec, objurgation en grec
Traductions
- objectivité en grec - δικαιοσύνη, ανιδιοτέλεια, ισότητα, αντικειμενικότητα, αντικειμενικότητας, της αντικειμενικότητας, την αντικειμενικότητα, ...
- objet en grec - αντικείμενο, αντιτείνω, υποκείμενο, πράγμα, στόχος, ύλη, νοιάζομαι, ...
- oblation en grec - θυσιάζω, θυσία, αφιέρωμα, τάμα, αφιερώματα, προσφοράς του, το δώρον
- obligation en grec - υποχρέωση, αρραβώνες, κατηγορία, συγκολλώ, δασμοί, συνδέω, βάρος, ...
Mots aléatoires
Objurgation en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κατακρίνω, μέμψη, ψέγω, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επίπληξη, επιπλήττω, επιτίμηση
Traductions: κατακρίνω, μέμψη, ψέγω, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επίπληξη, επιπλήττω, επιτίμηση