Organiser en grec
Traduction: organiser, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σχεδιάζω, κατασκευάζω, επιπλώνω, κανονίζω, κάνω, εξαναγκάζω, προμηθεύω, φτιάχνω, τακτοποιώ, σχέδιο, οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): organiser
chasse au trésor, organisation, organiser anniversaire, organiser anniversaire surprise, organiser antonymes, organiser dictionnaire de langue grec, organiser en grec
Traductions
- organise en grec - οργανώνει, διοργανώνει, οργανώνει τις
- organisent en grec - οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
- organisez en grec - οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
- organisme en grec - όν, ετοιμασία, δίαιτα, διευθέτηση, πολίτευμα, σύστημα, διακανονισμός, ...
Mots aléatoires
Organiser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σχεδιάζω, κατασκευάζω, επιπλώνω, κανονίζω, κάνω, εξαναγκάζω, προμηθεύω, φτιάχνω, τακτοποιώ, σχέδιο, οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
Traductions: σχεδιάζω, κατασκευάζω, επιπλώνω, κανονίζω, κάνω, εξαναγκάζω, προμηθεύω, φτιάχνω, τακτοποιώ, σχέδιο, οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν