Ornent en grec
Traduction: ornent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, στολίζω, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Autres langues
Mots associés / Définition (def): ornent
elles ornent, hallmark ornament, ils ornent, ornement définition, ornent antonymes, ornent dictionnaire de langue grec, ornent en grec
Traductions
- ornemental en grec - διακοσμητικός, διακοσμητικά, καλλωπιστικών, διακοσμητικών, καλλωπιστικά
- ornementer en grec - κοσμώ, καλλωπίζω, στολίζω, λουσάρω, στολίδι, κόσμημα, διακόσμηση, ...
- orner en grec - καλλωπίζω, κοσμώ, στολίζω, διακοσμώ, κατάστρωμα, λουσάρω, διακοσμούν, ...
- ornez en grec - καλλωπίζω, στολίζω, κοσμώ, λουσάρω, γαρνιτούρα, γαρνίρισμα, γαρνίρετε, ...
Mots aléatoires
Ornent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, στολίζω, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Traductions: κοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, στολίζω, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν