Palper en grec
Traduction: palper, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ψαχουλεύω, νόημα, πινελιά, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, δάκτυλο, αίσθημα, υφή, αισθάνομαι, νιώθω, χερούλι, σωφροσύνη, αγγίζω, palpate, ψηλαφίσει, ψηλαφήστε, ψηλαφήσετε, να ψηλαφίσει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): palper
anti cellulite, appareil anti cellulite, appareil cellulite, appareil palper rouler, cellulite, palper dictionnaire de langue grec, palper en grec
Traductions
- palourde en grec - κυδώνι, αχιβάδα, μύδι, μαλάκιο, clam, Γυαλιστερή
- palpable en grec - απτός, περίοπτος, κάμπος, προφανής, φανερός, ορατός, περίβλεπτος, ...
- palpitant en grec - συναρπαστικός, συναρπαστικό, συναρπαστική, συναρπαστικές, συναρπαστικά
- palpitation en grec - τρεμουλιάζω, τρεμούλιασμα, δόνηση, κραδασμός, τρέμω, παλμός, χτυποκάρδι, ...
Mots aléatoires
Palper en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ψαχουλεύω, νόημα, πινελιά, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, δάκτυλο, αίσθημα, υφή, αισθάνομαι, νιώθω, χερούλι, σωφροσύνη, αγγίζω, palpate, ψηλαφίσει, ψηλαφήστε, ψηλαφήσετε, να ψηλαφίσει
Traductions: ψαχουλεύω, νόημα, πινελιά, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, δάκτυλο, αίσθημα, υφή, αισθάνομαι, νιώθω, χερούλι, σωφροσύνη, αγγίζω, palpate, ψηλαφίσει, ψηλαφήστε, ψηλαφήσετε, να ψηλαφίσει