Parue en grec
Traduction: parue, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
δημοσιεύονται, δημοσιεύθηκε, που δημοσιεύθηκε, δημοσιευθεί, δημοσιεύεται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): parue
le parue vendu, offre parue, paru vendu, paru vendu 69, paru vendu 971, parue dictionnaire de langue grec, parue en grec
Traductions
- partîmes en grec - συμψηφίσει, συμψηφιστεί, συμψηφισμού, ξεκίνησε, ξεκίνησαν
- paru en grec - δημοσιεύονται, δημοσιεύθηκε, που δημοσιεύθηκε, δημοσιευθεί, δημοσιεύεται
- parues en grec - δημοσιεύονται, δημοσιεύθηκε, που δημοσιεύθηκε, δημοσιευθεί, δημοσιεύεται
- parure en grec - στολισμός, ξετσίπωτος, αναιδής, ακριβής, σετ, σύνολο, σειρά, ...
Mots aléatoires
Parue en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: δημοσιεύονται, δημοσιεύθηκε, που δημοσιεύθηκε, δημοσιευθεί, δημοσιεύεται
Traductions: δημοσιεύονται, δημοσιεύθηκε, που δημοσιεύθηκε, δημοσιευθεί, δημοσιεύεται