Passivité en grec
Traduction: passivité, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
παθητικότητα, παθητικότητας, την παθητικότητα, αδράνεια, παθητική στάση
Autres langues
Mots associés / Définition (def): passivité
la passivité, passivité agressivité, passivité analyse transactionnelle, passivité antonymes, passivité contraire, passivité dictionnaire de langue grec, passivité en grec
Traductions
- passionnément en grec - με πάθος, πάθος, παθιασμένα, πάθος την
- passivement en grec - παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό
- passoire en grec - γρίφος, κρησαρίζω, διηθώ, εξετάζω, φίλτρο, κοσκινίζω, σουρωτήρι, ...
- passâmes en grec - πέρασε, πέρασαν, περάσει, διέρχεται, περνά
Mots aléatoires
Passivité en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: παθητικότητα, παθητικότητας, την παθητικότητα, αδράνεια, παθητική στάση
Traductions: παθητικότητα, παθητικότητας, την παθητικότητα, αδράνεια, παθητική στάση