Perceptible en grec
Traduction: perceptible, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αισθητός, ευδιάκριτος, αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητή, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο, εμφανής, εμφανή
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): perceptible
perceptible anglais, perceptible antonyme, perceptible antonymes, perceptible au toucher, perceptible definition francais, perceptible dictionnaire de langue grec, perceptible en grec
Traductions
- percent en grec - άσκηση, τροχός, τριβελίζω, τοις εκατό, ποσοστό, τοις εκατό κατά, εκατό, ...
- percepteur en grec - συλλέκτης, παραλήπτης, εκκαθαριστής, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
- perception en grec - σύλληψη, ταραχή, αίσθημα, φόβος, αίσθηση, αντίληψη, αντίληψης, ...
- percer en grec - ράγισμα, σπάζω, πλήττω, τριβελίζω, θλάση, διαπερνώ, διατρυπώ, ...
Mots aléatoires
Perceptible en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αισθητός, ευδιάκριτος, αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητή, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο, εμφανής, εμφανή
Traductions: αισθητός, ευδιάκριτος, αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητή, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο, εμφανής, εμφανή