Personnifiés en grec
Traduction: personnifiés, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
προσωποποιούνται, προσωποποιείται, προσωποποιήθηκε, προσωποποιούσε, προσωποποιημένος
Autres langues
Mots associés / Définition (def): personnifiés
animaux personnifiés, chiffres personnifiés, definition de personnifiés, légumes personnifiés, personnifiés antonymes, personnifiés dictionnaire de langue grec, personnifiés en grec
Traductions
- personnifiée en grec - προσωποποιείται, προσωποποιούνται, προσωποποιήθηκε, προσωποποιούσε, προσωποποιημένος
- personnifiées en grec - προσωποποιείται, προσωποποιούνται, προσωποποιήθηκε, προσωποποιούσε, προσωποποιημένος
- perspective en grec - θωριά, όψη, τσιλιαδόρος, πλευρά, πανόραμα, σκηνή, σκοπιά, ...
- perspicace en grec - διεισδυτικός, ευφυής, οξυδερκής, μυτερός, κοφτερός, πανέξυπνος, οξύς, ...
Mots aléatoires
Personnifiés en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: προσωποποιούνται, προσωποποιείται, προσωποποιήθηκε, προσωποποιούσε, προσωποποιημένος
Traductions: προσωποποιούνται, προσωποποιείται, προσωποποιήθηκε, προσωποποιούσε, προσωποποιημένος