Peser en grec
Traduction: peser, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σταθμίζω, κορμοστασιά, αποτολμώ, ζυγίζω, ζυγιάζω, αναμετρώ, εσκεμμένος, τολμώ, επιχειρώ, συλλογίζομαι, θεωρώ, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): peser
balance, balance pour peser, comment se peser, peser anglais, peser antonymes, peser dictionnaire de langue grec, peser en grec
Traductions
- pesante en grec - βαρύς, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
- pesanteur en grec - βάρος, βαρύτητα, σοβαρότητα, βαρύτητας, βάρους, σοβαρότητας
- pesez en grec - ζυγίζω, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
- pesons en grec - ζυγίζω, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
Mots aléatoires
Peser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σταθμίζω, κορμοστασιά, αποτολμώ, ζυγίζω, ζυγιάζω, αναμετρώ, εσκεμμένος, τολμώ, επιχειρώ, συλλογίζομαι, θεωρώ, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
Traductions: σταθμίζω, κορμοστασιά, αποτολμώ, ζυγίζω, ζυγιάζω, αναμετρώ, εσκεμμένος, τολμώ, επιχειρώ, συλλογίζομαι, θεωρώ, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται