Planifièrent en grec
Traduction: planifièrent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κάνει σχέδια, έκαναν σχέδια, κάνει σχέδια για, έκανε σχέδια, καταρτιστούν σχέδια
Autres langues
Mots associés / Définition (def): planifièrent
planifièrent antonymes, planifièrent grammaire, planifièrent mots croisés, planifièrent signification, planifièrent synonyme, planifièrent dictionnaire de langue grec, planifièrent en grec
Traductions
- planifions en grec - σχέδιο, σχεδιάζω, σχεδίου, πρόγραμμα, προγράμματος, το σχέδιο
- planifié en grec - προγραμματιστεί, προγραμματισμένες, προγραμματίζονται, προγραμματίζεται, προγραμματισμένη
- planifiée en grec - Προγραμματισμένες, Προγραμματισμένη, Προγραμματισμένα, Προβλεπόμενη, Προβλεπόμενες
Mots aléatoires
Planifièrent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κάνει σχέδια, έκαναν σχέδια, κάνει σχέδια για, έκανε σχέδια, καταρτιστούν σχέδια
Traductions: κάνει σχέδια, έκαναν σχέδια, κάνει σχέδια για, έκανε σχέδια, καταρτιστούν σχέδια