Polio en grec
Traduction: polio, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πολιομυελίτιδας, της πολιομυελίτιδας, πολιομυελίτιδα, η πολιομυελίτιδα, πολυομυελίτιδας
Autres langues
Mots associés / Définition (def): polio
dt polio, dt polio rappel, dt polio revaxis, dt polio vaccin, dtp, polio dictionnaire de langue grec, polio en grec
Traductions
- polies en grec - γυαλισμένο, γυαλισμένη, γυαλισμένα, στιλβωμένο, στιλβωμένα
- poliment en grec - ευγενικά, ευγένεια, με ευγένεια, ευγενικό
- poliomyélite en grec - πολιομυελίτις, πολιομυελίτιδας, πολιομυελίτιδα, της πολιομυελίτιδας, πολυομυελίτιδας
- polir en grec - καλοφτιαγμένος, γυαλίζω, λουστράρω, βελτιώνω, λάμπω, γλοιώδης, άμμος, ...
Mots aléatoires
Polio en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πολιομυελίτιδας, της πολιομυελίτιδας, πολιομυελίτιδα, η πολιομυελίτιδα, πολυομυελίτιδας
Traductions: πολιομυελίτιδας, της πολιομυελίτιδας, πολιομυελίτιδα, η πολιομυελίτιδα, πολυομυελίτιδας