Polyglotte en grec
Traduction: polyglotte, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πολύγλωσσος, πολύγλωσση, πολύγλωσσοι, πολύγλωσσες, πολύγλωσσης
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): polyglotte
café polyglotte, henri des polyglotte, henri dès polyglotte, polyglot, polyglot club, polyglotte dictionnaire de langue grec, polyglotte en grec
Traductions
- polygame en grec - πολύγαμος, πολυγαμικού, πολυγαμικό, πολυγαμικές, πολυγαμικών
- polygamie en grec - πολυγαμία, πολυγαμίας, την πολυγαμία, η πολυγαμία, της πολυγαμίας
- polygone en grec - πολύγωνο, πολυγώνου, πολυγώνων, του πολυγώνου, το πολύγωνο
- polymorphe en grec - πολύμορφος, πολύμορφης, πολύμορφη, πολύμορφες, πολύμορφα
Mots aléatoires
Polyglotte en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πολύγλωσσος, πολύγλωσση, πολύγλωσσοι, πολύγλωσσες, πολύγλωσσης
Traductions: πολύγλωσσος, πολύγλωσση, πολύγλωσσοι, πολύγλωσσες, πολύγλωσσης