Pondération en grec
Traduction: pondération, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ισορροπία, πλάστιγγα, κορμοστασιά, ισοζύγιο, ζυγαριά, Στάθμιση, Βαρύτητα, στάθμισης, ζύγισης, Διορθωτικός συντελεστής
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): pondération
coefficient de pondération, coefficient pondération, la pondération, pondération a, pondération antonymes, pondération dictionnaire de langue grec, pondération en grec
Traductions
- pondaient en grec - αυγά, γεννημένα αυγά, laid eggs, ωοτοκηθέντων ωών, γεννούσε τα αυγά
- pondre en grec - στρώνω, ξαπλώνω, κοσμικός, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, ...
- pondérer en grec - αντίβαρο, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
- poney en grec - αλογάκι, αποπαίρνω, πόνυ, πόνι, pony, με πόνυ
Mots aléatoires
Pondération en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ισορροπία, πλάστιγγα, κορμοστασιά, ισοζύγιο, ζυγαριά, Στάθμιση, Βαρύτητα, στάθμισης, ζύγισης, Διορθωτικός συντελεστής
Traductions: ισορροπία, πλάστιγγα, κορμοστασιά, ισοζύγιο, ζυγαριά, Στάθμιση, Βαρύτητα, στάθμισης, ζύγισης, Διορθωτικός συντελεστής