Pose en grec

Traduction: pose, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
στρώνω, έκθεση, τοποθεσία, εγκατάσταση, συμπεριφορά, θέση, τοποθετώ, ξαπλώνω, κοσμικός, κατάσταση, βάζω, πόζα, ποζάρω, στάση, θέτουν, δημιουργούν, ενέχουν, συνιστούν
Pose en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): pose

carrelage, la pose, parquet, pose antonymes, pose carrelage, pose dictionnaire de langue grec, pose en grec

Traductions

  • posa en grec - που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
  • posant en grec - θέτοντας, θέτουν, ποζάρει, παρουσιάζουν, που παρουσιάζουν
  • posent en grec - πόζα, ποζάρω, στάση, θέτουν, δημιουργούν, ενέχουν, συνιστούν
  • poser en grec - δίνω, κατασκευάζω, εξέδρα, αποδίδω, κοσμικός, ψεύδομαι, θέση, ...
Mots aléatoires
Pose en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: στρώνω, έκθεση, τοποθεσία, εγκατάσταση, συμπεριφορά, θέση, τοποθετώ, ξαπλώνω, κοσμικός, κατάσταση, βάζω, πόζα, ποζάρω, στάση, θέτουν, δημιουργούν, ενέχουν, συνιστούν