Poterie en grec
Traduction: poterie, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πιατικά, αγγειοπλαστική, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): poterie
atelier poterie, cours de poterie, la poterie, la poterie rennes, poterie anduze, poterie dictionnaire de langue grec, poterie en grec
Traductions
- potentiellement en grec - δυνητικά, ενδεχομένως, πιθανώς, δυνάμει, εν δυνάμει
- potentiomètre en grec - ποτενσιόμετρο, ποτενσιόμετρου, το ποτενσιόμετρο, ποτενσιομέτρου, του ποτενσιόμετρου
- potier en grec - αγγειοπλάστης, Πότερ, Potter, αγγειοπλάστη, αγγειοπλαστικής
- potin en grec - κουτσομπολεύω, ψιθυρισμός, ψιθυρίζω, κουτσομπόλης, κουτσομπολιό, μεζές, μεζέ, ...
Mots aléatoires
Poterie en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πιατικά, αγγειοπλαστική, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής
Traductions: πιατικά, αγγειοπλαστική, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής