Préparé en grec
Traduction: préparé, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
προετοιμάζει, ετοιμάζει, προετοιμάζεται, καταρτίζει, συντάσσει
Autres langues
Mots associés / Définition (def): préparé
je me prépare, je prépare, prépare antonymes, prépare code, prépare concours infirmier, préparé dictionnaire de langue grec, préparé en grec
Traductions
- préparatoire en grec - προκαταρκτικός, προετοιμασία, προπαρασκευαστικές, προπαρασκευαστική, προπαρασκευαστικών, προπαρασκευαστικά
- préparent en grec - προετοιμασία, προετοιμάσει, την προετοιμασία, προετοιμαστούν, προετοιμάσουν
- préparer en grec - κατασκευάζω, εξαναγκάζω, έτοιμος, κάνω, καθορισμένος, απονέμω, φτιάχνω, ...
Mots aléatoires
Préparé en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: προετοιμάζει, ετοιμάζει, προετοιμάζεται, καταρτίζει, συντάσσει
Traductions: προετοιμάζει, ετοιμάζει, προετοιμάζεται, καταρτίζει, συντάσσει