Procédant en grec
Traduction: procédant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ενέργεια, διενέργεια, διαδικασία, διαδικασίας, διαδικασία εφαρμογής, τη διαδικασία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): procédant
en procédant ainsi, procédant antonymes, procédant def, procédant grammaire, procédant mots croisés, procédant dictionnaire de langue grec, procédant en grec
Traductions
- procéda en grec - προχώρησε, προέβη, προχωρήσει, προχώρησαν, προβεί
- procédai en grec - προχώρησε, προέβη, προχωρήσει, προχώρησαν, προβεί
- procéder en grec - παράγομαι, έρχομαι, αντλώ, απορρέω, πράξη, προέρχομαι, σαλεύω, ...
- procédez en grec - προχωρώ, προβαίνω, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε
Mots aléatoires
Procédant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ενέργεια, διενέργεια, διαδικασία, διαδικασίας, διαδικασία εφαρμογής, τη διαδικασία
Traductions: ενέργεια, διενέργεια, διαδικασία, διαδικασίας, διαδικασία εφαρμογής, τη διαδικασία