Réactif en grec
Traduction: réactif, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πράκτορας, παράγων, μεσίτης, αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικό, αντιδραστικά, αντιδραστικών
Autres langues
Mots associés / Définition (def): réactif
définition réactif, produit réactif, réactif antonymes, réactif chimique, réactif de biuret, réactif dictionnaire de langue grec, réactif en grec
Traductions
- règne en grec - αποφασίζω, τομέας, λικνίζομαι, σφαίρα, κανόνας, πείθω, κρατίδιο, ...
- réacteur en grec - πετώ, αεριωθούμενο, αντιδραστήρας, μηχανή, αντιδραστήρα, αντιδραστήρος, του αντιδραστήρα, ...
- réaction en grec - αντίλογος, αντίδραση, απάντηση, αντίδρασης, της αντίδρασης, αντιδράσεως, της αντιδράσεως
- réactionnaire en grec - αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικές, αντιδραστικό, αντιδραστικών
Mots aléatoires
Réactif en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πράκτορας, παράγων, μεσίτης, αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικό, αντιδραστικά, αντιδραστικών
Traductions: πράκτορας, παράγων, μεσίτης, αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικό, αντιδραστικά, αντιδραστικών