Récidive en grec
Traduction: récidive, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
υποτροπιάζω, πέφτω, παραδρομή, υποτροπή, υποτροπής, της υποτροπής, η υποτροπή, την υποτροπή
Autres langues
Mots associés / Définition (def): récidive
définition récidive, la récidive, récidive alcool, récidive alcoolémie, récidive antonymes, récidive dictionnaire de langue grec, récidive en grec
Traductions
- réchauffeur en grec - θερμάστρα, θερμαντήρα, θερμαντήρας, θέρμανσης, θερμοσίφωνα
- récidivant en grec - επαναλαμβανόμενος, επαναλαμβανόμενες, επαναλαμβανόμενο, υποτροπιάζουσα, επαναλαμβανόμενα
- récidiver en grec - σώζω, ανακτώ, επαναφέρω, ξανασυμβαίνω, ξανακυλώ, backslide, πισωγύρισμα
- récidiviste en grec - εγκληματίας, υπότροπος, υποτροπικό, υποτροπή
Mots aléatoires
Récidive en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: υποτροπιάζω, πέφτω, παραδρομή, υποτροπή, υποτροπής, της υποτροπής, η υποτροπή, την υποτροπή
Traductions: υποτροπιάζω, πέφτω, παραδρομή, υποτροπή, υποτροπής, της υποτροπής, η υποτροπή, την υποτροπή