Récoltées en grec
Traduction: récoltées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συγκομισθεί, συγκομίζονται, η συγκομιδή, συγκομιστεί, που συγκομίζονται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): récoltées
données récoltées, informations récoltées, récolter synonyme, récoltées antonymes, récoltées définition, récoltées dictionnaire de langue grec, récoltées en grec
Traductions
- récolté en grec - συγκομισθεί, συγκομίζονται, η συγκομιδή, συγκομιστεί, που συγκομίζονται
- récoltée en grec - συγκομισθεί, συγκομίζονται, η συγκομιδή, συγκομιστεί, που συγκομίζονται
- récoltés en grec - συγκομισθεί, συγκομίζονται, η συγκομιδή, συγκομιστεί, που συγκομίζονται
- récompense en grec - μισθός, αμοιβή, βραβείο, αποκατάσταση, πληρώνω, σεβασμός, συμψηφισμός, ...
Mots aléatoires
Récoltées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συγκομισθεί, συγκομίζονται, η συγκομιδή, συγκομιστεί, που συγκομίζονται
Traductions: συγκομισθεί, συγκομίζονται, η συγκομιδή, συγκομιστεί, που συγκομίζονται