Récoltent en grec
Traduction: récoltent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
θερίζω, τρύγος, σοδειά, συγκομιδή, συγκομιδής, τη συγκομιδή, συγκομιδή του, εσοδείας
Autres langues
Mots associés / Définition (def): récoltent
récoltent antonymes, récoltent grammaire, récoltent le liège, récoltent mots croisés, récoltent signification, récoltent dictionnaire de langue grec, récoltent en grec
Traductions
- récoltant en grec - συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, συλλέγοντας, είσπραξη
- récolte en grec - τρύγος, συγκεντρώνομαι, κουρεύω, σοδειά, περισυλλέγω, μαζεύομαι, παραγωγή, ...
- récolter en grec - ξαφρίζω, τρύγος, συλλέγω, εναργής, απόθεμα, κομπόδεμα, διαυγής, ...
- récoltez en grec - τρύγος, θερίζω, σοδειά, συλλογή, συλλέγουν, συλλέγει, συλλέξει, ...
Mots aléatoires
Récoltent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: θερίζω, τρύγος, σοδειά, συγκομιδή, συγκομιδής, τη συγκομιδή, συγκομιδή του, εσοδείας
Traductions: θερίζω, τρύγος, σοδειά, συγκομιδή, συγκομιδής, τη συγκομιδή, συγκομιδή του, εσοδείας