Réconfortant en grec
Traduction: réconfortant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
παρήγορο, ανακουφίζοντας, παρηγορητικό, ανακουφιστικό, παρηγορητικά
Autres langues
Mots associés / Définition (def): réconfortant
réconfortant anglais, réconfortant antonyme, réconfortant antonymes, réconfortant dictionnaire anglais, réconfortant définition, réconfortant dictionnaire de langue grec, réconfortant en grec
Traductions
- réconciliés en grec - συμφιλιωθούν, συμφιλιωθεί, συμβιβαστούν, συμβιβάζεται, συμβιβαστεί
- réconfort en grec - παρηγορώ, παρηγοριά, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
- réconfortante en grec - παρήγορο, ανακουφίζοντας, παρηγορητικό, ανακουφιστικό, παρηγορητικά
- réconforter en grec - καρδαμώνω, ζητωκραυγάζω, ενδυναμώνω, εμπεδώνω, εδραιώνω, παρηγορώ, παρηγοριά, ...
Mots aléatoires
Réconfortant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: παρήγορο, ανακουφίζοντας, παρηγορητικό, ανακουφιστικό, παρηγορητικά
Traductions: παρήγορο, ανακουφίζοντας, παρηγορητικό, ανακουφιστικό, παρηγορητικά