Réduis en grec
Traduction: réduis, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μειώνω, περιορίζω, ελαττώνω, κατάρρευση, Σύμπτυξη, Απόκρυψη, Collapse, Συρρίκνωση
Autres langues
Mots associés / Définition (def): réduis
développe et réduis, j'ai réduit, je réduis, préavis réduit, réduis antonymes, réduis dictionnaire de langue grec, réduis en grec
Traductions
- réduction en grec - ύφεση, ελάττωση, έκπτωση, σύνοψη, περιστολή, μείωση, τσιγκουνεύομαι, ...
- réduire en grec - ελαχιστοποιώ, κουρεύω, συρρικνώνομαι, πτώση, κόψιμο, μείωση, ταπεινώνω, ...
- réduisant en grec - αναγωγικός, μείωση, τη μείωση, μειώνοντας, μείωση των
- réduisent en grec - μειώνω, περιορίζω, ελαττώνω, μειώσει, να μειώσει, μείωση, μειώσουν, ...
Mots aléatoires
Réduis en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μειώνω, περιορίζω, ελαττώνω, κατάρρευση, Σύμπτυξη, Απόκρυψη, Collapse, Συρρίκνωση
Traductions: μειώνω, περιορίζω, ελαττώνω, κατάρρευση, Σύμπτυξη, Απόκρυψη, Collapse, Συρρίκνωση