Réfutent en grec
Traduction: réfutent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αναιρώ, αντικρούω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): réfutent
réfutent antonymes, réfutent grammaire, réfutent mots croisés, réfutent signification, réfutent synonyme, réfutent dictionnaire de langue grec, réfutent en grec
Traductions
- réfutation en grec - αντίκρουση, διάψευση, ανασκευή, αναίρεση, απόκρουση
- réfute en grec - διαψεύδει
- réfuter en grec - ανασκευάζω, αντικρούω, αναιρώ, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, ...
- réfutez en grec - αναιρώ, αντικρούω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν
Mots aléatoires
Réfutent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αναιρώ, αντικρούω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν
Traductions: αναιρώ, αντικρούω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν