Rétreindre en grec
Traduction: rétreindre, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σφίγγω, αποτύπωσης, κοίλανση, διαμόρφωσης με πίεση, Βαθεία κοίλανση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): rétreindre
batte à rétreindre, machine à rétreindre, marteau à rétreindre, pince à rétreindre, rétreindre antonymes, rétreindre dictionnaire de langue grec, rétreindre en grec
Traductions
- rétractées en grec - ανασυρθεί, συμπτυχθεί, αποσύρεται, αποσυρθεί, συστολής
- rétractés en grec - ανασυρθεί, συμπτυχθεί, αποσύρεται, αποσυρθεί, συστολής
- rétribuer en grec - αντισταθμίζω, αμείβω, πληρωμή, πληρώνω, αποζημιώνω, ανταμοιβή, αμοιβή, ...
- rétribution en grec - σεβασμός, τιμάριο, σκέψη, αμοιβή, πληρώνω, δίδακτρα, πληρωμή, ...
Mots aléatoires
Rétreindre en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σφίγγω, αποτύπωσης, κοίλανση, διαμόρφωσης με πίεση, Βαθεία κοίλανση
Traductions: σφίγγω, αποτύπωσης, κοίλανση, διαμόρφωσης με πίεση, Βαθεία κοίλανση