Relève en grec

Traduction: relève, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πρόγραμμα, αποσπώ, προγραμματίζω, εκχύλισμα, μεταρσιωμένος, πανύψηλος, δήλωση, καυτός, ζουμερός, κατάσταση, υπερόπτης, λογαριασμός, λίστα, διάβασμα, πικάντικος, θεωρητικός, ανακοίνωση, δήλωσης, δελτίο
Relève en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): relève

carsat, cnav, edf relevé compteur, releve de carriere, relevé antonymes, relève dictionnaire de langue grec, relève en grec

Traductions

  • relent en grec - χαστούκι, καρπαζιά, μπόχα, βρώμα, δυσωδία, χαστουκίζω, βρομώ, ...
  • relever en grec - ορθώνομαι, σηκώνω, ενισχύω, μεταρσιώνω, αυξάνω, στιγμιότυπο, τονίζω, ...
  • relia en grec - αξιοπι
Mots aléatoires
Relève en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πρόγραμμα, αποσπώ, προγραμματίζω, εκχύλισμα, μεταρσιωμένος, πανύψηλος, δήλωση, καυτός, ζουμερός, κατάσταση, υπερόπτης, λογαριασμός, λίστα, διάβασμα, πικάντικος, θεωρητικός, ανακοίνωση, δήλωσης, δελτίο