Rompt en grec
Traduction: rompt, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διαλείμματα, τα διαλείμματα, διακοπές, Διακοπές ανά, διαλειμμάτων
Autres langues
Mots associés / Définition (def): rompt
il rompt, je rompt, prompt retablissement, rompt antonymes, rompt def, rompt dictionnaire de langue grec, rompt en grec
Traductions
- rompre en grec - ρήγμα, παραβαίνω, διάλειμμα, ματαιώνω, διάλλειμα, θρυμματίζω, διακόπτω, ...
- romps en grec - αντεπίθεση, διάλειμμα, διάλλειμα, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, ...
- rompu en grec - σπασμένος, σπασμένα, σπασμένο, των θραυσμάτων, θραυσμάτων της
- rompue en grec - σπασμένος, σπασμένα, σπασμένο, των θραυσμάτων, θραυσμάτων της
Mots aléatoires
Rompt en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διαλείμματα, τα διαλείμματα, διακοπές, Διακοπές ανά, διαλειμμάτων
Traductions: διαλείμματα, τα διαλείμματα, διακοπές, Διακοπές ανά, διαλειμμάτων