Séparant en grec
Traduction: séparant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διαχωρισμό, διαχωρισμού, διαχωρίζοντας, το διαχωρισμό, χωρίζει
Autres langues
Mots associés / Définition (def): séparant
carré séparant, distance séparant, en se séparant, en séparant en anglais, séparant antonymes, séparant dictionnaire de langue grec, séparant en grec
Traductions
- sépara en grec - διαχωρίζεται, διαχωρίζονται, χωρίζονται, διαχωριστούν, διαχωριστεί
- séparai en grec - χώρισε, χωρίσαμε, χώρισαν, χωρίσει, parted
- séparateur en grec - διαχωριστής, διαχωριστή, διαχωριστήρα, διαχωριστικό, διαχωρισμού
- séparation en grec - παραιτούμαι, αποκόλληση, απομόνωση, χωρίστρα, φεύγω, διαχωρισμός, θραύση, ...
Mots aléatoires
Séparant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διαχωρισμό, διαχωρισμού, διαχωρίζοντας, το διαχωρισμό, χωρίζει
Traductions: διαχωρισμό, διαχωρισμού, διαχωρίζοντας, το διαχωρισμό, χωρίζει