Simpliste en grec
Traduction: simpliste, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
επιφανειακά, αφελής, επιπόλαιος, επιφανειακός, απλοϊκή, απλοϊκό, απλουστευτική, απλοϊκές, απλουστευτικό
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): simpliste
simpliste antonyme, simpliste antonymes, simpliste définition wikipédia, simpliste en anglais, simpliste grammaire, simpliste dictionnaire de langue grec, simpliste en grec
Traductions
- simplifiées en grec - απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο
- simplifiés en grec - απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο
- simula en grec - προσομοίω, Simula, Simula ο, Simula με
- simulacre en grec - εικόνα, είδωλο, παρουσίαση, εμφάνιση, σκιά, παρωδία, την παρωδία, ...
Mots aléatoires
Simpliste en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: επιφανειακά, αφελής, επιπόλαιος, επιφανειακός, απλοϊκή, απλοϊκό, απλουστευτική, απλοϊκές, απλουστευτικό
Traductions: επιφανειακά, αφελής, επιπόλαιος, επιφανειακός, απλοϊκή, απλοϊκό, απλουστευτική, απλοϊκές, απλουστευτικό