Spéculateur en grec
Traduction: spéculateur, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κερδοσκόπος, κερδοσκόπο, παίκτης χρηματιστηρίου, παίκτη χρηματιστηρίου, κερδοσκόπου
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): spéculateur
spéculateur antonymes, spéculateur boursier, spéculateur définition, spéculateur en 6 lettres, spéculateur en bourse, spéculateur dictionnaire de langue grec, spéculateur en grec
Traductions
- spéculant en grec - εικασίες, κερδοσκοπούν, κάνουμε εικασίες, να κάνουμε εικασίες, κερδοσκοπία
- spéculatif en grec - κερδοσκοπικός, εικαστικός, θεωρητικός, φιλοπερίεργος, υποθετικός, κερδοσκοπικές, κερδοσκοπικών, ...
- spéculation en grec - επιχειρώ, αποτολμώ, εικασία, κερδοσκοπία, μαντεύω, τολμώ, κερδοσκοπίας, ...
Mots aléatoires
Spéculateur en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κερδοσκόπος, κερδοσκόπο, παίκτης χρηματιστηρίου, παίκτη χρηματιστηρίου, κερδοσκόπου
Traductions: κερδοσκόπος, κερδοσκόπο, παίκτης χρηματιστηρίου, παίκτη χρηματιστηρίου, κερδοσκόπου