Stimulent en grec
Traduction: stimulent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διεγείρω, τόνωση, τόνωση της, διεγείρουν, την τόνωση, τονώσει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): stimulent
stimulant intellectuel, stimulant libido, stimulant naturel, stimulent antonymes, stimulent crestere copil 2012, stimulent dictionnaire de langue grec, stimulent en grec
Traductions
- stimulation en grec - διέγερση, ενεργοποίηση, ενθάρρυνση, διέγερσης, τόνωση, τη διέγερση, διεγέρσεως
- stimule en grec - διεγείρει, τονώνει, διεγείρει την, υποκινεί
- stimuler en grec - παρακινώ, ακονίζω, εξωθώ, κινούμαι, ξύνω, εμψυχώνω, κινώ, ...
- stimulez en grec - διεγείρω, τόνωση, τόνωση της, διεγείρουν, την τόνωση, τονώσει
Mots aléatoires
Stimulent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διεγείρω, τόνωση, τόνωση της, διεγείρουν, την τόνωση, τονώσει
Traductions: διεγείρω, τόνωση, τόνωση της, διεγείρουν, την τόνωση, τονώσει